Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μονόπους
μονοπραγματέω
μονοπροσωπέω
μονοπρόσωπος
μονόπτερος
μονοπτύχιος
μονόπτυχος
μονόπτωτος
μονοπύθμενος
μονοπύργιον
μονοπωλέω
μονοπωλία
μονοπώλιον
μονόπωλος
μονορρήξ
μονόρριζος
μονόρρυθμος
μονορύχης
μόνορχις
μόνος
μονοσάνδαλος
View word page
μονοπωλέω
enjoy a monopoly

ShortDef

enjoy a monopoly

Debugging

Headword:
μονοπωλέω
Headword (normalized):
μονοπωλέω
Headword (normalized/stripped):
μονοπωλεω
IDX:
57814
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-57815
Key:

Data

{'content': 'enjoy a monopoly'}