Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μονολήμματος
μονόλιθος
μονόλινον
μονόλοπος
μονόλυκος
μονόλωπος
μονόμαζος
μονόμαλλος
μονομαχέω
μονομάχημα
μονομαχία
μονομαχικός
μονομάχιον
μονομάχος
μονομαχοτροφεῖον
μονομαχοτρόφος
μονομελής
μονομερής
μονόμετρος
μονόμηλον
μονομήτωρ
View word page
μονομαχία
single combat

ShortDef

single combat

Debugging

Headword:
μονομαχία
Headword (normalized):
μονομαχία
Headword (normalized/stripped):
μονομαχια
IDX:
57769
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-57770
Key:

Data

{'content': 'single combat'}