Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μονοκόντιον
μονοκότυλος
μονοκρήπις
μονόκροτος
μονόκρουνον
μονόκυκλος
μονόκωλος
μονόκωπος
μονολέκιθος
μονολέων
μονολήμματος
μονόλιθος
μονόλινον
μονόλοπος
μονόλυκος
μονόλωπος
μονόμαζος
μονόμαλλος
μονομαχέω
μονομάχημα
μονομαχία
View word page
μονολήμματος
with but one premiss

ShortDef

with but one premiss

Debugging

Headword:
μονολήμματος
Headword (normalized):
μονολήμματος
Headword (normalized/stripped):
μονολημματος
IDX:
57759
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-57760
Key:

Data

{'content': 'with but one premiss'}