Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μοναχόω
μοναχῶς
μονειμοφορέω
μονέντερον
μονερέτης
μονή
μονήλατος
μονημέριον
μονήμερος
μονήρης
μονθυλεύω
μονία
μονία2
μονίας
μονικῶς
μόνιμος
μονιμότης
μονιός
μόνιππος
μόννος
μονοβαίας
View word page
μονθυλεύω
dress with stuffing

ShortDef

dress with stuffing

Debugging

Headword:
μονθυλεύω
Headword (normalized):
μονθυλεύω
Headword (normalized/stripped):
μονθυλευω
IDX:
57672
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-57673
Key:

Data

{'content': 'dress with stuffing'}