Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μοναχοῦ
μονάχουσα
μοναχόω
μοναχῶς
μονειμοφορέω
μονέντερον
μονερέτης
μονή
μονήλατος
μονημέριον
μονήμερος
μονήρης
μονθυλεύω
μονία
μονία2
μονίας
μονικῶς
μόνιμος
μονιμότης
μονιός
μόνιππος
View word page
μονήμερος
staying one day

ShortDef

staying one day

Debugging

Headword:
μονήμερος
Headword (normalized):
μονήμερος
Headword (normalized/stripped):
μονημερος
IDX:
57670
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-57671
Key:

Data

{'content': 'staying one day'}