Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μονάς
μονασμός
μοναστήριος
μοναστραβής
μονάστρια
μονάτωρ
μοναυλέω
μοναυλία
μοναυλία2
μοναυλικός
μοναύλιον
μόναυλος
μοναχή
μοναχῆ
μοναχικός
μοναχόθεν
μοναχός
μοναχοῦ
μονάχουσα
μοναχόω
μοναχῶς
View word page
μοναύλιον
solo instrument
ShortDef
solo instrument
Debugging
Headword:
μοναύλιον
Headword (normalized):
μοναύλιον
Headword (normalized/stripped):
μοναυλιον
IDX:
57653
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-57654
Key:
Data
{'content': 'solo instrument'}