Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μοιμύλλω
μοῖρα
μοιραγέτης
μοιραῖος
μοιράω
μοιρηγενής
μοιριαῖος
μοιρίδιος
μοιρικός
Μοῖρις
μοιρίς
μοιρογνωμόνιον
μοιρογραφία
μοιροθεσία
μοιρόκραντος
μοιρολογέω
μοιρολόγος
μοιρολογχέω
μοιρολόγχος
μοιρονόμος
μοιροφόρητος
View word page
μοιρίς
divided
ShortDef
divided
Debugging
Headword:
μοιρίς
Headword (normalized):
μοιρίς
Headword (normalized/stripped):
μοιρις
IDX:
57512
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-57513
Key:
Data
{'content': 'divided'}