Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μίστυλλον
μιστύλλω
μίσυ
μίσυβρις
μισυοί
μίσχος
μιτηρός
μίτινοι
μιτίσασθαι
μιτίσκος
μιτοεργός
μιτόομαι
μιτορραφής
μίτος
μίτρα
Μίτρα
μιτράγχουσα
Μιτραῖος
μιτρανάδεσμος
μίτρη
μιτρηφορέω
View word page
μιτοεργός
working the thread

ShortDef

working the thread

Debugging

Headword:
μιτοεργός
Headword (normalized):
μιτοεργός
Headword (normalized/stripped):
μιτοεργος
IDX:
57385
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-57386
Key:

Data

{'content': 'working the thread'}