Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀναίθω
ἀναιμακτί
ἀναίμακτος
ἀναίματος
ἀναιμία
ἀναιμορράγητος
ἄναιμος
ἀναιμόσαρκος
ἀναιμόχρους
ἀναίμων
ἀναιμωτί
ἀναίνομαι
ἀναίρεσις
ἀναιρετέον
ἀναιρέτης
ἀναιρετικός
ἀναίρετος
ἀναιρέω
ἀναίρω
ἀναισθησία
ἀναισθησιολογία
View word page
ἀναιμωτί
without shedding blood

ShortDef

without shedding blood

Debugging

Headword:
ἀναιμωτί
Headword (normalized):
ἀναιμωτί
Headword (normalized/stripped):
αναιμωτι
IDX:
5735
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-5736
Key:

Data

{'content': 'without shedding blood'}