Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀναθυμίαμα
ἀναθυμίασις
ἀναθυμιάω
ἀναθυρόω
ἀναθύω
ἀναθύω2
ἀναίδεια
ἀναιδείη
ἀναιδεύομαι
ἀναιδήμων
ἀναιδής
ἀναίδητος
ἀναιδομάχας
ἀναιθύσσω
ἀναίθω
ἀναιμακτί
ἀναίμακτος
ἀναίματος
ἀναιμία
ἀναιμορράγητος
ἄναιμος
View word page
ἀναιδής
shameless
ShortDef
shameless
Debugging
Headword:
ἀναιδής
Headword (normalized):
ἀναιδής
Headword (normalized/stripped):
αναιδης
IDX:
5721
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-5722
Key:
Data
{'content': 'shameless'}