Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μιξοβόας
μιξογενής
μιξοδία
μιξοθάλασσος
μιξόθηλυς
μιξόθηρ
μιξόθηρος
μιξόθριξ
μιξόθροος
μιξοιφία
μιξόλευκος
μιξολύδιος
μιξολυδιστί
μιξόμβροτος
μιξονόμος
μιξοπάρθενος
μιξοπόλιος
μιξόπυος
μιξοφρύγιος
μίξοφρυς
μιξοφυής
View word page
μιξόλευκος
mixed with white

ShortDef

mixed with white

Debugging

Headword:
μιξόλευκος
Headword (normalized):
μιξόλευκος
Headword (normalized/stripped):
μιξολευκος
IDX:
57196
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-57197
Key:

Data

{'content': 'mixed with white'}