Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μίξιμος
μίξις
μιξοβάρβαρος
μιξοβόας
μιξογενής
μιξοδία
μιξοθάλασσος
μιξόθηλυς
μιξόθηρ
μιξόθηρος
μιξόθριξ
μιξόθροος
μιξοιφία
μιξόλευκος
μιξολύδιος
μιξολυδιστί
μιξόμβροτος
μιξονόμος
μιξοπάρθενος
μιξοπόλιος
μιξόπυος
View word page
μιξόθριξ
having mixed hair

ShortDef

having mixed hair

Debugging

Headword:
μιξόθριξ
Headword (normalized):
μιξόθριξ
Headword (normalized/stripped):
μιξοθριξ
IDX:
57193
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-57194
Key:

Data

{'content': 'having mixed hair'}