Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Μινωΐς
Μίνως
Μινώταυρος
μίξ
μιξαίθρια
μιξάνθρωπος
Μιξαρχαγέτας
μιξέλληνες
μιξεριφαρνογενής
μιξίαμβος
μιξίας
μίξιμος
μίξις
μιξοβάρβαρος
μιξοβόας
μιξογενής
μιξοδία
μιξοθάλασσος
μιξόθηλυς
μιξόθηρ
μιξόθηρος
View word page
μιξίας
one who mixes

ShortDef

one who mixes

Debugging

Headword:
μιξίας
Headword (normalized):
μιξίας
Headword (normalized/stripped):
μιξιας
IDX:
57182
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-57183
Key:

Data

{'content': 'one who mixes'}