Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μινύθω
μινυθώδης
μίνυνθα
μινυνθάδιος
μινυρίζω
μινύρισμα
μινυρισμός
μινυρίστρια
μινύρομαι
μινυρός
μινυώριος
μινύωρος
Μινῴα
Μινώη
Μινώϊος
Μινωΐς
Μίνως
Μινώταυρος
μίξ
μιξαίθρια
μιξάνθρωπος
View word page
μινυώριος
shortlived

ShortDef

shortlived

Debugging

Headword:
μινυώριος
Headword (normalized):
μινυώριος
Headword (normalized/stripped):
μινυωριος
IDX:
57167
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-57168
Key:

Data

{'content': 'shortlived'}