Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Μινύεια
Μινύειος
μινυθέω
μινύθημα
μινύθησις
μινυθικός
μινύθω
μινυθώδης
μίνυνθα
μινυνθάδιος
μινυρίζω
μινύρισμα
μινυρισμός
μινυρίστρια
μινύρομαι
μινυρός
μινυώριος
μινύωρος
Μινῴα
Μινώη
Μινώϊος
View word page
μινυρίζω
to complain in a low tone, to whimper, whine

ShortDef

to complain in a low tone, to whimper, whine

Debugging

Headword:
μινυρίζω
Headword (normalized):
μινυρίζω
Headword (normalized/stripped):
μινυριζω
IDX:
57161
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-57162
Key:

Data

{'content': 'to complain in a low tone, to whimper, whine'}