Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μιμέομαι
μιμηλός
μίμημα
μίμησις
μιμητέος
μιμητής
μιμητικός
μιμητός
μιμίαμβοι
μιμικός
μιμιχμός
μιμνάζω
Μιμνέρμειον
μιμνήσκω
μίμνω
μιμόβιος
μιμογράφος
μιμολογέομαι
μιμολόγος
μῖμος
μιμώ
View word page
μιμιχμός
neighing of horses

ShortDef

neighing of horses

Debugging

Headword:
μιμιχμός
Headword (normalized):
μιμιχμός
Headword (normalized/stripped):
μιμιχμος
IDX:
57124
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-57125
Key:

Data

{'content': 'neighing of horses'}