Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Μίμας
μιμάς
μιμαυλέω
μίμαυλος
μιμεία
μιμέομαι
μιμηλός
μίμημα
μίμησις
μιμητέος
μιμητής
μιμητικός
μιμητός
μιμίαμβοι
μιμικός
μιμιχμός
μιμνάζω
Μιμνέρμειον
μιμνήσκω
μίμνω
μιμόβιος
View word page
μιμητής
an imitator, copyist

ShortDef

an imitator, copyist

Debugging

Headword:
μιμητής
Headword (normalized):
μιμητής
Headword (normalized/stripped):
μιμητης
IDX:
57119
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-57120
Key:

Data

{'content': 'an imitator, copyist'}