Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Μιλησιουργής
Μίλητος
μιλιάζω
μιλιαρήσιον
μιλιάριον
μιλιασμός
μίλιον
μῖλος
μιλτεῖον
μίλτειος
μιλτεύς
μιλτηλιφής
Μιλτιάδης
μίλτινος
μιλτίτης
μιλτοκάρηνος
μιλτολογέω
μιλτοπάρηος
μιλτόπρεπτος
μίλτος
μιλτοφυρής
View word page
μιλτεύς
ruddleman
ShortDef
ruddleman
Debugging
Headword:
μιλτεύς
Headword (normalized):
μιλτεύς
Headword (normalized/stripped):
μιλτευς
IDX:
57086
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-57087
Key:
Data
{'content': 'ruddleman'}