Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μικρύνω
μικρώνυμος
μικτέον
μικτός
μικτότης
μικτόχροος
Μιλήσιος
Μιλησιουργής
Μίλητος
μιλιάζω
μιλιαρήσιον
μιλιάριον
μιλιασμός
μίλιον
μῖλος
μιλτεῖον
μίλτειος
μιλτεύς
μιλτηλιφής
Μιλτιάδης
μίλτινος
View word page
μιλιαρήσιον
milliarense

ShortDef

milliarense

Debugging

Headword:
μιλιαρήσιον
Headword (normalized):
μιλιαρήσιον
Headword (normalized/stripped):
μιλιαρησιον
IDX:
57079
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-57080
Key:

Data

{'content': 'milliarense'}