Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀναθλάω
ἀναθλίβω
ἀνάθλιψις
ἄναθλος
ἀναθολόω
ἀναθόλωσις
ἀναθορυβέω
ἀνάθρεμμα
ἀναθρεπτέον
ἀναθρεπτικός
ἀνάθρεπτος
ἀνάθρεψις
ἀναθρέω
ἀναθρηνέω
ἀνάθρησις
ἀνάθριξ
ἀναθρύπτομαι
ἀναθρῴσκω
ἀναθυάω
ἀναθυμίαμα
ἀναθυμίασις
View word page
ἀνάθρεπτος
foster-child
ShortDef
foster-child
Debugging
Headword:
ἀνάθρεπτος
Headword (normalized):
ἀνάθρεπτος
Headword (normalized/stripped):
αναθρεπτος
IDX:
5702
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-5703
Key:
Data
{'content': 'foster-child'}