Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μικρολογητέον
μικρολογία
μικρολόγος
μικρόλυπος
μικρομεγέθης
μικρομελής
μικρομέρεια
μικρομερής
μικρομετρέω
μικρόμισθος
μικρόμματος
μικρόμυρτος
μικρόνησος
μικρόπλεον
μικρόπνους
μικροποιέω
μικροποιός
μικροπολιτεία
μικροπολίτης
μικροπολιτικός
μικροπόνηρος
View word page
μικρόμματος
small-eyed

ShortDef

small-eyed

Debugging

Headword:
μικρόμματος
Headword (normalized):
μικρόμματος
Headword (normalized/stripped):
μικρομματος
IDX:
57012
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-57013
Key:

Data

{'content': 'small-eyed'}