Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μικροκέφαλος
μικροκίνδυνος
μικροκλέπτης
μικροκοίλιος
μικρόκομψος
μικροληψία
μικρολογέομαι
μικρολογητέον
μικρολογία
μικρολόγος
μικρόλυπος
μικρομεγέθης
μικρομελής
μικρομέρεια
μικρομερής
μικρομετρέω
μικρόμισθος
μικρόμματος
μικρόμυρτος
μικρόνησος
μικρόπλεον
View word page
μικρόλυπος
vexed at trifles

ShortDef

vexed at trifles

Debugging

Headword:
μικρόλυπος
Headword (normalized):
μικρόλυπος
Headword (normalized/stripped):
μικρολυπος
IDX:
57005
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-57006
Key:

Data

{'content': 'vexed at trifles'}