Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μηχανοποιΐα
μηχανοποιός
μηχανορραφέω
μηχανορράφος
μηχανοστάσιον
μηχανοσφαιροποιΐα
μηχανοφόρος
μηχάνωμα
μῆχος
Μῄων
μιαιγαμία
μιαίνω
μιαιφονέω
μιαιφονία
μιαιφόνος
μίανσις
μιαντός
μιαρία
μιαρόγλωσσος
μιαρός
μιαρότης
View word page
μιαιγαμία
unlawful wedlock

ShortDef

unlawful wedlock

Debugging

Headword:
μιαιγαμία
Headword (normalized):
μιαιγαμία
Headword (normalized/stripped):
μιαιγαμια
IDX:
56935
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56936
Key:

Data

{'content': 'unlawful wedlock'}