Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μητρίς
Μητρογαθής
μητρογαμία
μητρογάμος
μητροδίδακτος
μητρόδοκος
Μητρόδωρος
μητροήθης
μητρόθεν
μητροκασιγνήτη
μητροκοίτης
μητροκολωνεία
μητροκτονέω
μητροκτονία
μητροκτόνος
μητροκωμία
μητρόληπτος
μητρομανία
μητρομήτωρ
μητρομιξία
μητρόξενος
View word page
μητροκοίτης
incestuous person

ShortDef

incestuous person

Debugging

Headword:
μητροκοίτης
Headword (normalized):
μητροκοίτης
Headword (normalized/stripped):
μητροκοιτης
IDX:
56872
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56873
Key:

Data

{'content': 'incestuous person'}