Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μηνιταῖος
μηνιτής
μηνίω
Μηνόδωρος
μηνοειδής
μηνόρηκτος
μήνυμα
μήνυσις
μηνυτέον
μηνυτήρ
μηνυτής
μηνυτικός
μηνυτρίζομαι
μήνυτρον
μηνύω
μῆον
Μῄονες
Μῃονίη
Μῃονίς
μήποθεν
μήποτε
View word page
μηνυτής
informer; (adj.) bringing to light

ShortDef

informer; (adj.) bringing to light

Debugging

Headword:
μηνυτής
Headword (normalized):
μηνυτής
Headword (normalized/stripped):
μηνυτης
IDX:
56806
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56807
Key:

Data

{'content': 'informer; (adj.) bringing to light'}