Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνάθαλψις
ἀναθαρσέω
ἀναθάρσησις
ἀναθαρσύνω
ἀναθεάομαι
ἀνάθεμα
ἀναθεματίζω
ἀναθεματικός
ἀναθεματισμός
ἀναθεραπεύω
ἀναθερίζω
ἀναθερμαίνω
ἀναθέρμανσις
ἀνάθεσις
ἀναθετέον
ἀναθετέος
ἀναθέω
ἀναθεωρέω
ἀναθεώρησις
ἀναθηλάζω
ἀναθηλέω
View word page
ἀναθερίζω
reap again

ShortDef

reap again

Debugging

Headword:
ἀναθερίζω
Headword (normalized):
ἀναθερίζω
Headword (normalized/stripped):
αναθεριζω
IDX:
5679
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-5680
Key:

Data

{'content': 'reap again'}