Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀγλαομειδής
ἀγλαόμητις
ἀγλαομορφέω
ἀγλαόμορφος
ἀγλαόπαις
ἀγλαόπεπλος
ἀγλαόπηχυς
ἀγλαόπιστος
ἀγλαοποιέω
ἀγλαός
ἀγλαότιμος
ἀγλαοτρίαινα
ἀγλαοφεγγής
ἀγλαόφημος
ἀγλαόφοιτος
ἀγλαόφορτος
Ἀγλαοφῶν
ἀγλαόφωνος
ἀγλαοφῶτις
ἀγλαοχαίτας
ἀγλαόχαρτος
View word page
ἀγλαότιμος
splendidly honoured

ShortDef

splendidly honoured

Debugging

Headword:
ἀγλαότιμος
Headword (normalized):
ἀγλαότιμος
Headword (normalized/stripped):
αγλαοτιμος
IDX:
567
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-568
Key:

Data

{'content': 'splendidly honoured'}