Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μηνάς
μήνη
μηνιαῖος
μηνιάρχης
Μηνιασταί
μηνιαστεία
μηνιγγότρωτος
μηνιγγοφύλαξ
μῆνιγξ
μηνιεῖος
μηνιθμός
μήνιμα
Μήνιος
μῆνις
μηνίσκος
μηνιταῖος
μηνιτής
μηνίω
Μηνόδωρος
μηνοειδής
μηνόρηκτος
View word page
μηνιθμός
wrath

ShortDef

wrath

Debugging

Headword:
μηνιθμός
Headword (normalized):
μηνιθμός
Headword (normalized/stripped):
μηνιθμος
IDX:
56791
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56792
Key:

Data

{'content': 'wrath'}