Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μηλοῦχος
μηλοφόνος
μηλοφορέω
μηλοφορία
μηλοφόρος
μηλοφύλαξ
μῆλοψ
μηλόω
μήλωθρον
μηλών
μηλώσιος
μήλωσις
μηλωτή
μηλωτίς
μηλωτρίς
μήμη
μήν
μήν2
μηναγύρτης
μηναῖος
μηνάνθος
View word page
μηλώσιος
guardian of sheep
ShortDef
guardian of sheep
Debugging
Headword:
μηλώσιος
Headword (normalized):
μηλώσιος
Headword (normalized/stripped):
μηλωσιος
IDX:
56770
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56771
Key:
Data
{'content': 'guardian of sheep'}