Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μηλοτρόφος
μηλοῦχος
μηλοφόνος
μηλοφορέω
μηλοφορία
μηλοφόρος
μηλοφύλαξ
μῆλοψ
μηλόω
μήλωθρον
μηλών
μηλώσιος
μήλωσις
μηλωτή
μηλωτίς
μηλωτρίς
μήμη
μήν
μήν2
μηναγύρτης
μηναῖος
View word page
μηλών
orchard
ShortDef
orchard
Debugging
Headword:
μηλών
Headword (normalized):
μηλών
Headword (normalized/stripped):
μηλων
IDX:
56769
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56770
Key:
Data
{'content': 'orchard'}