Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μηλοσκόπος
μηλοσόη
μηλόσπορος
μηλοσσόος
μηλοσφαγέω
μηλοσφαγία
μηλοτρόφος
μηλοῦχος
μηλοφόνος
μηλοφορέω
μηλοφορία
μηλοφόρος
μηλοφύλαξ
μῆλοψ
μηλόω
μήλωθρον
μηλών
μηλώσιος
μήλωσις
μηλωτή
μηλωτίς
View word page
μηλοφορία
office of the μηλοφόροι

ShortDef

office of the μηλοφόροι

Debugging

Headword:
μηλοφορία
Headword (normalized):
μηλοφορία
Headword (normalized/stripped):
μηλοφορια
IDX:
56763
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56764
Key:

Data

{'content': 'office of the μηλοφόροι'}