Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μηλοκίτριον
μηλοκόμος
μηλοκοπικός
μηλοκτόνος
μηλοκυδώνιον
μηλολόνθη
μηλομαχία
μηλόμελι
μῆλον
μῆλον2
μηλονόμης
μηλονόμος
μηλοπάρειος
μηλοπέπων
μηλοπλακοῦς
Μῆλος
μηλοσκόπος
μηλοσόη
μηλόσπορος
μηλοσσόος
μηλοσφαγέω
View word page
μηλονόμης
a shepherd
ShortDef
a shepherd
Debugging
Headword:
μηλονόμης
Headword (normalized):
μηλονόμης
Headword (normalized/stripped):
μηλονομης
IDX:
56747
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56748
Key:
Data
{'content': 'a shepherd'}