Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μηλίς3
μηλίτης
μηλοβατέω
μηλοβαφής
Μηλόβιος
μηλοβολέω
Μηλόβοσις
μηλοβοσκός
μηλοβότας
μηλοβοτέω
μηλοβοτήρ
μηλοβότης
μηλόβοτος
μηλογενής
μηλοδαΐκτας
μηλοδόκος
μηλοδροπῆες
μηλοδωράκινον
μηλοθύτης
μηλοκίτριον
μηλοκόμος
View word page
μηλοβοτήρ
a shepherd

ShortDef

a shepherd

Debugging

Headword:
μηλοβοτήρ
Headword (normalized):
μηλοβοτήρ
Headword (normalized/stripped):
μηλοβοτηρ
IDX:
56728
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56729
Key:

Data

{'content': 'a shepherd'}