Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μηλίς
Μηλίς
μηλίς2
μηλίς3
μηλίτης
μηλοβατέω
μηλοβαφής
Μηλόβιος
μηλοβολέω
Μηλόβοσις
μηλοβοσκός
μηλοβότας
μηλοβοτέω
μηλοβοτήρ
μηλοβότης
μηλόβοτος
μηλογενής
μηλοδαΐκτας
μηλοδόκος
μηλοδροπῆες
μηλοδωράκινον
View word page
μηλοβοσκός
sheep-feeding

ShortDef

sheep-feeding

Debugging

Headword:
μηλοβοσκός
Headword (normalized):
μηλοβοσκός
Headword (normalized/stripped):
μηλοβοσκος
IDX:
56725
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56726
Key:

Data

{'content': 'sheep-feeding'}