Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μηλάνθη
μηλάπιον
μηλάτης
μηλάτων
μηλαφάω
μηλέα
μηλέη
μήλειος
μήλη
Μηλιάδες
μηλιαυθμός
Μηλιεύς
μηλίζω
μηλινοειδής
μήλινος
Μήλιος
μηλίς
Μηλίς
μηλίς2
μηλίς3
μηλίτης
View word page
μηλιαυθμός
sheepfold

ShortDef

sheepfold

Debugging

Headword:
μηλιαυθμός
Headword (normalized):
μηλιαυθμός
Headword (normalized/stripped):
μηλιαυθμος
IDX:
56709
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56710
Key:

Data

{'content': 'sheepfold'}