Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μηκωνικός
μηκώνιον
μηκωνίς
μηκωνῖτις
μηκωνοειδής
μηκωνοφόρος
μηλάνθεμον
μηλάνθη
μηλάπιον
μηλάτης
μηλάτων
μηλαφάω
μηλέα
μηλέη
μήλειος
μήλη
Μηλιάδες
μηλιαυθμός
Μηλιεύς
μηλίζω
μηλινοειδής
View word page
μηλάτων
sheep

ShortDef

sheep

Debugging

Headword:
μηλάτων
Headword (normalized):
μηλάτων
Headword (normalized/stripped):
μηλατων
IDX:
56702
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56703
Key:

Data

{'content': 'sheep'}