Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μηκύνω
μηκυσμός
μήκων
μηκώνειος
Μηκώνη
μηκωνικός
μηκώνιον
μηκωνίς
μηκωνῖτις
μηκωνοειδής
μηκωνοφόρος
μηλάνθεμον
μηλάνθη
μηλάπιον
μηλάτης
μηλάτων
μηλαφάω
μηλέα
μηλέη
μήλειος
μήλη
View word page
μηκωνοφόρος
opium-bearing

ShortDef

opium-bearing

Debugging

Headword:
μηκωνοφόρος
Headword (normalized):
μηκωνοφόρος
Headword (normalized/stripped):
μηκωνοφορος
IDX:
56697
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56698
Key:

Data

{'content': 'opium-bearing'}