Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Μηκυβερναῖος
μήκυνσις
μηκυντέον
μηκυντικός
μηκύνω
μηκυσμός
μήκων
μηκώνειος
Μηκώνη
μηκωνικός
μηκώνιον
μηκωνίς
μηκωνῖτις
μηκωνοειδής
μηκωνοφόρος
μηλάνθεμον
μηλάνθη
μηλάπιον
μηλάτης
μηλάτων
μηλαφάω
View word page
μηκώνιον
spurge, a purgative

ShortDef

spurge, a purgative

Debugging

Headword:
μηκώνιον
Headword (normalized):
μηκώνιον
Headword (normalized/stripped):
μηκωνιον
IDX:
56693
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56694
Key:

Data

{'content': 'spurge, a purgative'}