Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀναζωγραφέω
ἀναζωγράφημα
ἀναζωγρέω
ἀναζώγρησις
ἀναζώννυμι
ἀναζωόω
ἀναζωπυρέω
ἀναζωπύρησις
ἀναζώστρα
ἀναζώωσις
ἀναθάλλω
ἀναθάλπω
ἀνάθαλψις
ἀναθαρσέω
ἀναθάρσησις
ἀναθαρσύνω
ἀναθεάομαι
ἀνάθεμα
ἀναθεματίζω
ἀναθεματικός
ἀναθεματισμός
View word page
ἀναθάλλω
to shoot up again

ShortDef

to shoot up again

Debugging

Headword:
ἀναθάλλω
Headword (normalized):
ἀναθάλλω
Headword (normalized/stripped):
αναθαλλω
IDX:
5667
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-5668
Key:

Data

{'content': 'to shoot up again'}