Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μηδοστισοῦν
μηδοσύνη
Μήδων
μηθαμοῦ
μηθείς
Μήθυμνα
Μηθυμναῖος
Μηθώνη
μηκάομαι
μηκάς
μηκασμός
μηκεδανός
μηκέτι
μηκητικός
μηκικός
Μηκιστεύς
Μηκιστηϊάδης
μήκιστος
μηκόθεν
μηκοποιέω
μῆκος
View word page
μηκασμός
a bleating

ShortDef

a bleating

Debugging

Headword:
μηκασμός
Headword (normalized):
μηκασμός
Headword (normalized/stripped):
μηκασμος
IDX:
56671
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56672
Key:

Data

{'content': 'a bleating'}