Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μετρονόμοι
μετροποιέω
μετροποιΐα
μετροσύνθετος
μετωνυμία
μετωνυμικός
μετώνυμος
μετωπηδόν
μετωπιαῖος
μετωπίας
μετωπίδιος
μετώπιον
μετωπίς
μέτωπον
μετωποσκόπος
μετωποσώφρων
μέχρι
μέχριπερ
μή
μὴ πολλάκις
μή που
View word page
μετωπίδιος
on the forehead
ShortDef
on the forehead
Debugging
Headword:
μετωπίδιος
Headword (normalized):
μετωπίδιος
Headword (normalized/stripped):
μετωπιδιος
IDX:
56608
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56609
Key:
Data
{'content': 'on the forehead'}