Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μετοιωνίζομαι
μετοκλάζω
μετολισθαίνω
μετονομάζω
μετονομασία
μετόνομθεν
μετόνυχον
μετόπη
μετόπιν
μετόπισθε
μετοπωρίζω
μετοπωρινός
μετόπωρον
μετόρχιον
Μετοῦλος
μετουσία
μετουσιαστικός
μετούσιος
μετοχέτευσις
μετοχετεύω
μετοχή
View word page
μετοπωρίζω
to be like autumn

ShortDef

to be like autumn

Debugging

Headword:
μετοπωρίζω
Headword (normalized):
μετοπωρίζω
Headword (normalized/stripped):
μετοπωριζω
IDX:
56550
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56551
Key:

Data

{'content': 'to be like autumn'}