Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μετήορος
μετίσχω
μετιτέον
μετοιακίζομαι
μετοικεσία
μετοικέτης
μετοικέω
μετοίκησις
μετοικία
μετοικίζω
μετοικικός
μετοίκιον
μετοίκιος
μετοίκισις
μετοικισμός
μετοικιστέον
μετοικιστής
μετοικοδομέω
μετοικονομέω
μέτοικος
μετοικοφύλαξ
View word page
μετοικικός
consisting of μέτοικοι, ιn the condition of a μέτοικος

ShortDef

consisting of μέτοικοι, ιn the condition of a μέτοικος

Debugging

Headword:
μετοικικός
Headword (normalized):
μετοικικός
Headword (normalized/stripped):
μετοικικος
IDX:
56527
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56528
Key:

Data

{'content': 'consisting of μέτοικοι, ιn the condition of a μέτοικος'}