Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μετεωροπολέω
μετεωροπόλος
μετεωροπορέω
μετεωροπορία
μετέωρος
μετεωροσκοπικός
μετεωροσκόπιον
μετεωροσκόπος
μετεωροσοφιστής
μετεωρότης
μετεωροφανής
μετεωροφέναξ
μετεωροφρονέω
μετῆλαι
μέτηλυς
μετηνέμιος
μετήορος
μετίσχω
μετιτέον
μετοιακίζομαι
μετοικεσία
View word page
μετεωροφανής
appearing in the air

ShortDef

appearing in the air

Debugging

Headword:
μετεωροφανής
Headword (normalized):
μετεωροφανής
Headword (normalized/stripped):
μετεωροφανης
IDX:
56511
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56512
Key:

Data

{'content': 'appearing in the air'}