Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μετέρασις
μετεράω
μετέρχομαι
μετεσχηματισμένως
μετευθύνω
μετεύχομαι
μετεχομένως
μετέχω
Μετέων
μετεωρία
μετεωρίδιον
μετεωρίζω
μετεώρισις
μετεωρισμός
μετεωριστής
μετεωριστικός
μετεωροθήρας
μετεωροκοπέω
μετεωροκόπος
μετεωρολέσχης
μετεωρολογέω
View word page
μετεωρίδιον
provisional conveyance

ShortDef

provisional conveyance

Debugging

Headword:
μετεωρίδιον
Headword (normalized):
μετεωρίδιον
Headword (normalized/stripped):
μετεωριδιον
IDX:
56486
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56487
Key:

Data

{'content': 'provisional conveyance'}