Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μετεπίδεσις
μετεπιδέω
μετέρασις
μετεράω
μετέρχομαι
μετεσχηματισμένως
μετευθύνω
μετεύχομαι
μετεχομένως
μετέχω
Μετέων
μετεωρία
μετεωρίδιον
μετεωρίζω
μετεώρισις
μετεωρισμός
μετεωριστής
μετεωριστικός
μετεωροθήρας
μετεωροκοπέω
μετεωροκόπος
View word page
Μετέων
Meteon

ShortDef

Meteon

Debugging

Headword:
Μετέων
Headword (normalized):
μετέων
Headword (normalized/stripped):
μετεων
IDX:
56484
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56485
Key:

Data

{'content': 'Meteon'}