Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μετεξέτεροι
μετέπειτα
μετεπιγραφή
μετεπιγράφω
μετεπίδεσις
μετεπιδέω
μετέρασις
μετεράω
μετέρχομαι
μετεσχηματισμένως
μετευθύνω
μετεύχομαι
μετεχομένως
μετέχω
Μετέων
μετεωρία
μετεωρίδιον
μετεωρίζω
μετεώρισις
μετεωρισμός
μετεωριστής
View word page
μετευθύνω
set in order

ShortDef

set in order

Debugging

Headword:
μετευθύνω
Headword (normalized):
μετευθύνω
Headword (normalized/stripped):
μετευθυνω
IDX:
56480
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56481
Key:

Data

{'content': 'set in order'}