Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μετεξεράω
μετεξέτεροι
μετέπειτα
μετεπιγραφή
μετεπιγράφω
μετεπίδεσις
μετεπιδέω
μετέρασις
μετεράω
μετέρχομαι
μετεσχηματισμένως
μετευθύνω
μετεύχομαι
μετεχομένως
μετέχω
Μετέων
μετεωρία
μετεωρίδιον
μετεωρίζω
μετεώρισις
μετεωρισμός
View word page
μετεσχηματισμένως
by transformation

ShortDef

by transformation

Debugging

Headword:
μετεσχηματισμένως
Headword (normalized):
μετεσχηματισμένως
Headword (normalized/stripped):
μετεσχηματισμενως
IDX:
56479
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56480
Key:

Data

{'content': 'by transformation'}