Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μετεμβαίνω
μετέμβασις
μετεμβιβάζω
μετεμπίπτω
μετέμφυτος
μετεμψυχόομαι
μετεμψύχωσις
μετενδύνω
μετενδύω
μετενεκτέον
μετενηνεγμένως
μετεννέπω
μετενσωματόομαι
μετενσωμάτωσις
μετένταλμα
μετεντίθημι
μετεξαιρέομαι
μετεξανίσταμαι
μετεξαντλέω
μετεξεράω
μετεξέτεροι
View word page
μετενηνεγμένως
metaphorically

ShortDef

metaphorically

Debugging

Headword:
μετενηνεγμένως
Headword (normalized):
μετενηνεγμένως
Headword (normalized/stripped):
μετενηνεγμενως
IDX:
56460
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56461
Key:

Data

{'content': 'metaphorically'}