Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μετέκδυμα
μετεκδύομαι
μετεκέχειρον
μετεκπνέω
μετεκφώνητος
μετελαύνω
μετελέγχω
μετέλευσις
μετελευστέον
μετελευστέος
Μέτελλος
μετεμβαίνω
μετέμβασις
μετεμβιβάζω
μετεμπίπτω
μετέμφυτος
μετεμψυχόομαι
μετεμψύχωσις
μετενδύνω
μετενδύω
μετενεκτέον
View word page
Μέτελλος
Metellus
ShortDef
Metellus
Debugging
Headword:
Μέτελλος
Headword (normalized):
μέτελλος
Headword (normalized/stripped):
μετελλος
IDX:
56449
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-56450
Key:
Data
{'content': 'Metellus'}